Ο βοτανοθεραπευτής χταποδοκυνηγός

Γράφει: Μιχάλης Στρατάκης

H youropia, βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσει πως εξασφάλισε την άδεια να δημοσιεύει τα εξαιρετικά άρθρα του γνωστού δημοσιογράφου και συγγραφέα, Μιχάλη Στρατάκη. Εμείς, με τη σειρά μας, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε θερμά τον κ. Στρατάκη και να του ευχηθούμε έμπνευση και καλή συνέχεια στα δημιουργικά μονοπάτια που επέλεξε να ακολουθεί.

“Η γνωστή παροιμία σύμφωνα με την οποία «του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, δέκα φορές είναι αδειανό και μια φορά γεμάτο», σίγουρα δεν αφορά στον φίλο μου τον Άλκη Γρηγοριάδη εκ Μουριών Κιλκίς καταγόμενο και μονίμως εν Θεσσαλονίκη διαμένοντα. Καθότι όντας ψαράς -κατά δήλωσή του- ο Άλκης, ουδέποτε είχε μπροστά του γεμάτο πιάτο, τουλάχιστον με ψάρια που ο ίδιος είχε ψαρέψει. Όλες τις φορές που μαζί καταναλώναμε ιχθύς στην ψαροταβέρνα του Στέφανου, στην Ξηροκρήνη τους καταναλώναμε. Εκεί άλλωστε έμαθε ο Άλκης και τις διαφορές ανάμεσα στη μαρίδα και τη συναγρίδα.

Τα χταπόδια όμως τα γνώριζε. Με μια ματιά μπορούσε να τα ξεχωρίσει και εντός της θαλάσσης και εκτός αυτής. Μόνο που ήταν άτυχος δυο φορές που πίστεψε ότι είχε πιάσει την «καλή» στην αλίευση χταποδιών.

Τη μια φορά -όπως ο ίδιος με διηγούνταν- πέτυχε ένα… κοπάδι χταποδιών στη Χαλκιδική. Τους επετέθη βάσει οργανωμένου σχεδίου, πλην όμως τα μεγάλα πρόλαβαν και την κοπάνησαν εγκαίρως, διαισθανόμενα τον κίνδυνο. Έμειναν όμως να περιμένουν τον Άλκη -προφανώς για να του κάνουν χαρούλες και να παίξουν μαζί τους τις κουμπάρες- όλα τα μικρά χταποδάκια, το οποία μάλλον είχαν πάει εκδρομή στη Χαλκιδική.

Άρχισε λοιπόν, ο φοβεροτρομερός χταποδοσυλλέκτης να μαζεύει τα χταπόδια σαν να ήταν βρούβες. Τόσο εύκολα. Είχε, λέει, μαζί του και μαύρες μεγάλες σακούλες σκουπιδιών, εντός των οποίων εναπέθετε τη λεία του. Μόλις γέμιζε η μια σακούλα, τη μετέφερε στην καρότσα του αυτοκινήτου του που ήταν παρκαρισμένο στην άμμο και επέστρεφε στο νερό για να πιάσει τα άλλα χταπόδια, το οποία βρισκόντουσαν σε παράταξη και σε στάση προσοχής, περιμένοντας με αγωνία και τη σειρά τους να πιαστούν. Γέμισε δεύτερη σακούλα, γέμισε τρίτη και σίγουρα ακόμα θα γέμιζε σακούλες με χταπόδια αν δεν είχαμε αρχίσει να χασμουριόμαστε.

Τελικά όταν τελείωσε με τον… τρυγητό χταποδιών και η καρότσα του αυτοκινήτου δεν χωρούσε άλλα, έκανε ένα σύντομο μπάνιο, έδωσε στα χταπόδια που δεν είχε πιάσει -και γι αυτό τον κοίταζαν βουρκωμένα από άκρατη θλίψη- την υπόσχεση ότι θα τα έπιανε κι αυτά μια άλλη μέρα και κινήθηκε προς το αυτοκίνητό του για να φύγει. Και τότε, ω συμφορά! Είδε λέει, τα χταπόδια να πηδούν έξω από τις σακούλες να κατεβαίνουν από την καρότσα στο δρόμο και να… τρέχουν κατά το βουνό μεριά! Έτσι ακριβώς με τα διηγήθηκε εξηγώντας μας γιατί είχε επιστρέψει από το ψάρεμα χωρίς να φέρει όχι ψάρια αλλά ούτε… άμμο στις σόλες των παπουτσιών του. Εκείνη τη μέρα μάθαμε ότι υπάρχουν χταπόδια τα οποία μπορούν και πηδάνε από φορτηγά, τρέχουν στην άσφαλτο, σκαρφαλώνουν στα βουνά και κυρίως κάνοντας πλάκες στους ανθρώπους.

Η δεύτερη ιστορία του Άλκη είχε να κάνει πάλι με χταπόδια. Αυτή τη φορά μας μίλησε για ένα τεράστιο χταπόδι, σαν κι εκείνα τα χταπόδια τέρατα που βλέπουμε στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Το είδε, λέει, να μαζεύει ήλιο βεντουζωμένο σε κάτι βράχια στην Καλλικράτεια. Μιλάμε για ένα χταπόδι περίπου σαν την Πελοπόννησο. Καθόταν και το χάζευε και ταυτόχρονα σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα μπορούσε να το ξεκολλήσει από το βράχο και να το πάρει μαζί του. Του έκανε «ψιτ-ψιτ» αλλά το χταπόδι δεν έδειχνε να θέλει να πάει κοντά του. Τελικά, βρήκε τη λύση. Ο Άλκης, όχι το χταπόδι. Έστριψε το αυτοκίνητό του κατά τρόπο, λέει, που ο κοτσαδόρος να σημαδεύει το χταπόδι. Μετά, έδεσε στον κoτσαδόρο τη μια άκρη εντός χοντρού συρματόσχοινου. Πήρε στα χέρια του την άλλη άκρη και κολυμπώντας έφτασε στο βράχο όπου λιαζόταν ο χταπόδαρος. Το χταπόδι δεν κουνήθηκε από τη θέση του.

Όχι μόνο δεν έκανε καμιά κίνηση να φύγει αλλά και ανασήκωσε το άτιμο το σώμα του, βοηθώντας τον Άλκη να περάσει κάτω από αυτό το συρματόσχοινο, να το φέρει βόλτα και να το σφιχτοδέσει τυλίγοντας το χταπόδι. Γύρισε κολυμπώντας στο αυτοκίνητό του, το έβαλε μπρος και άρχισε να μαρσάρει προσπαθώντας να τραβήξει με συρματόσχοινο το χταπόδι. Του έφαγε πολλή ώρα η προσπάθεια. Τελικά το μόνο που κατάφερε ήταν να βγάλει στη στεριά μόνο… δύο πλοκάμια. Το υπόλοιπο χταπόδι δεν του έκανε τη χάρη να κυνηγήσει τα… ακρωτηριασμένα μέλη του. Όταν τον ρωτήσαμε που είναι τα δύο πλοκάμια μας απάντησε: «Πού να είναι; Τα έφαγα!».

Πάλι καλά που δεν μας είπε ότι τα είχε κάνει δώρο στα χταπόδια της προηγούμενης χταποδοψαριάς του για να τα ‘χουν καβάντζα στην περίπτωση που κάποιο από αυτά ακρωτηριαζόταν και χρειαζόταν… μεταμόσχευση πλοκαμιού.

Τι να κάνουμε όμως; Αυτός είναι ο Άλκης και έτσι όπως είναι τον αγαπάμε. Και τα χταπόδια τον αγαπούν, σίγουρα.

Η δουλειά του Άλκη είναι «βοτανολόγος-βοτανοθεραπευτής». Πολύ καλός στη δουλειά του. Αλλά και στη δουλειά του την υπερβολή τη χρησιμοποιεί. Του έχει γίνει χούι να υπερβάλει. Έτσι και μπει στο κατάστημά του ένας λογικός άνθρωπος μπορεί να τον τρελάνει εξηγώντας του τις θεραπευτικές ιδιότητες και τις παρενέργειες ενός βοτάνου. Κι αφού τον τρελάνει για τα καλά, του πουλά και μια σακούλα βότανα που μπορούν να τον… ξετρελάνουν. Το περίεργο είναι ότι όλα όσα λέει τα πιστεύει και ο ίδιος. Ξέρει ότι υπερβάλλει, αλλά δια της συχνής επαναλήψεως της υπερβολής πείθεται και ο ίδιος ότι καθόλου δεν υπερβάλλει. Αυτή η πειστικότητά του έχει και τη θετική πλευρά της, αφού μπορεί και εδραιώνει στους πελάτες του την πεποίθηση ότι αν χρησιμοποιήσουν το βότανο που τους προτείνει, θα θεραπευτούν από πάσα νόσο. Και αν ο άνθρωπος πιστέψει σε κάτι, αυτό το κάτι γίνεται πραγματικότητα.

Περί αυτού έχω να καταθέσω και προσωπική μαρτυρία. Ο Άλκης με έπεισε ότι οι σπόροι του γαϊδουράγκαθου μπορούσαν να με βοηθήσουν να αντιμετωπίσω ένα πρόβλημα που είχα με το συκώτι μου. Αν, καθημερινά, έτρωγα λίγους σπόρους γαϊδουράγκαθου, όλοι οι αρνητικοί δείκτες των εξετάσεών μου θα βελτιώνονταν σημαντικά. Μη έχοντας τίποτα να χάσω, αποφάσισα να εφαρμόσω τη «θεραπεία» και στις καθημερινές μου συνήθειες πρόσθεσα και αυτή της χρήσης σποριών από γαϊδουράγκαθο. Ε, λοιπόν, μετά από λίγες εβδομάδες ξανάκανα εξετάσεις και αποτελέσματά τους ήταν απολύτως φυσιολογικά! Φίλοι μου γιατροί με τους οποίους συζήτησα το θέμα εξέφρασαν ζωηρές επιφυλάξεις ως προς την αποτελεσματικότητα των σπόρων του γαϊδουράγκαθου. Μπήκα στο ίντερνετ και έψαξα σχετικές ιστοσελίδες. Πραγματικά δεν πίστευα τα όσα διάβαζα. Διθύραμβοι επί διθυράμβων γι αυτό το φυσικό προϊόν. Μελέτες επί μελετών και πορίσματα επί πορισμάτων. Άντε τώρα να αποφασίσεις ποιόν να πιστέψεις και ποιόν να εμπιστευτείς. Τους γιατρούς ή τον Άλκη; Τα φάρμακα ή τα βότανα; Εν πάση περιπτώσει, τουλάχιστο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό στο οποίο εγώ πιστεύω είναι τα αποτελέσματα των εξετάσεων για το συκώτι μου. Αυτά, φαντάζομαι, δεν τα αμφισβητούν ούτε οι γιατροί. Μπορεί να αμφισβητούν τις αιτίες αυτής της βελτίωσης αλλά αυτό καθεαυτό το αποτέλεσμα είναι αδιαμφισβήτητο και αυτό είναι που ενδιαφέρει εμένα.

Τοιουτοτρόπως ο φίλος μου ο Άλκης με έμαθε να τρώω καθημερινά και γαϊδουράγκαθο. Στο κάτω-κάτω της γραφής, με τη συγκεκριμένη τροφή ικανοποιώ τον… γάιδαρο που κρύβω μέσα μου.”

Φωτογραφία του stephen frith