Το πείραμα του Μίλγκραμ ήταν ένα ψυχολογικό και κοινωνικό πείραμα του ψυχολόγου Στάνλεϊ Μίλγκραμ το οποίο εξέταζε την υπακοή πολλών ανδρών στην εξουσία των αρχών. Το πείραμα μετρούσε την προθυμία των συμμετεχόντων, ανδρών από ένα ευρύ φάσμα επαγγελμάτων και μόρφωσης, στην υπάκοή τους στους ανωτέρους, παρότι έπαιρναν εντολές να προβούν σε ενέργειες που ήταν αντίθετες με την προσωπική τους συνείδηση και θέληση.
Τα αποτελέσματα του πειράματος ήταν σε κάθε περίπτωση απρόσμενα. Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ανθρώπων, υπάκουε όλες τις εντολές, έστω και απρόθυμα, παρότι ήταν φανερό ότι προκαλούσε σοβαρούς τραυματισμούς σ’ ένα τρίτο άτομο!
Ο Μίλγκραμ δημοσίευσε για πρώτη φορά τα αποτέλεσμα του πειράματος το 1963 σε περιοδικό ψυχολογίας και το 1974 ανάλυσε τα ευρύματα του πειράματος σε μεγαλύτερο βάθος μέσα από βιβλίο του. Το πείραμα ουσιαστικά ξεκίνησε το 1961 σ’ ένα υπόγειο του πανεπιστημίου Γέιλ. Η αφορμή του πειράματος ήταν οι πολλές δίκες των Ναζί για τα αμέτρητα εγκλήματά τους. Ο κάθε στρατιώτης ήταν συνένοχος ή απλώς εκτελούσε εντολές ανωτέρων;
Μέχρι σήμερα το πείραμα έχει επαναληφθεί πολλές φορές αλλά με σταθερά αποτελέσματα σε διάφορες κοινωνίες στο πέρασμα του χρόνου, όμως με διαφορετικά ποσοστά σε κάθε ήπειρο του πλανήτη μας.
Το πείραμα
Λαμβάνουν χώρα τρία άτομα. Ο ερευνητής, αυτός που ουσιαστικά τρέχει το πείραμα και έχει το ρόλο της αυθεντίας, δηλαδή ενός επιστήμονα. Έπειτα είναι το άτομο που είναι ουσιαστικά το υποκείμενο του πειράματος, ένας εθελοντής ο οποίος έχει δεχθεί να παίξει το ρόλο του καθηγητή και δέχεται εντολές από τον ερευνητή. Και τέλος, το τρίτο άτομο το οποίο είναι ένας δήθεν εθελοντής που στην πραγματικότητα είναι ηθοποιός ο οποίος παίζει το ρόλο του μαθητή και δέχεται τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς του καθηγητή. Έτσι δημιουργείται το τρίπτυχο ερευνητής, καθηγητής και μαθητής, όπου ο ένας έχει εξουσία στον “κατώτερό” του. Ερευνητής και μαθητής είναι στο κόλπο, ενώ θα εξεταστεί η συμπεριφορά του καθηγητή στις διαταγές ενός “ανωτέρου” του.
Το πείραμα ξεκινάει. Ο καθηγητής και ο μαθητής μπαίνουν σε διαφορετικό δωμάτιο. Ο ένας δεν μπορεί να βλέπει τον άλλον αλλά μπορούν να επικοινωνούν. Ο ερευνητής μπαίνει στο ίδιο δωμάτιο με τον καθηγητή και του εξηγεί ότι δοκιμάζουν μια νέα μέθοδο για βελτίωση της μνήμης. Ο καθηγητής δέχεται ένα μικρό δείγμα ηλεκτροσόκ, για να γνωρίζει τι πρόκειται να συμβαίνει από εδώ και στο εξής στον μαθητή. Στον καθηγητή δίνονται πολλά ζευγάρια λέξεων, τα οποία πρέπει να μάθει στο μαθητή. Ο καθηγητής διαβάζει όλα τα ζευγάρια στον μαθητή και εν συνεχεία του λέει μόνο την πρώτη λέξη και 4 δυνατές απαντήσεις. Ο μαθητής πρέπει να απαντήσει τη σωστή λέξη από τη μνήμη του. Απαντώντας σωστά πηγαίνουν στο επόμενο ζευγάρι λέξεων, αλλά απαντώντας λάθος, ο καθηγητής πρέπει να κάνει ένα ηλεκτροσόκ στον μαθητή σε κλίμακα που ανεβαίνει κατά 15 Βολτ για κάθε λάθος απάντηση…
Βέβαια ο καθηγητής μπορεί να νομίζει ότι πράγματι κάνει αυξανόμενο ηλεκτροσόκ στον μαθητή, για κάθε λάθος απάντηση, αλλά αυτό είναι εντελώς εικονικό. Στο δίπλα δωμάτιο, ο ηθοποιός-μαθητής έχει βάλει κασέτα φωνών και αντιδράσεων για κάθε επίπεδο ηλεκτρισμού που “δέχεται”. Όταν οι πόνοι του μαθητή γίνονταν δυνατοί, πολλοί καθηγητές εξέφραζαν την επιθυμία τους να σταματήσουν το πείραμα. Αρκετοί άνδρες σταματούσαν στα 135 Βολτ και ρωτούσαν ξανά το σκοπό του πειράματος. Οι περισσότεροι συνέχιζαν όταν βεβαιώνονται ότι δεν θα είχαν καμία ευθύνη για τα αποτελέσματα του πειράματος. Λίγοι άνδρες άρχισαν να γελούν νευρικά και εμφάνιζαν συμπτώματα ακραίου στρες όταν άκουγαν τα ουρλιαχτά του μαθητή.
Κάθε φορά που ο καθηγητής εξέφραζε την επιθυμία του να σταματήσει το πείραμα “βελτίωσης της μνήμης”, ο ερευνητής του έλεγε τα εξής:
1. Παρακαλώ συνεχίστε.
2. Το πείραμα απαιτεί να συνεχίσετε.
3. Είναι απολύτως απαραίτητο να συνεχίσετε.
4. Δεν έχετε άλλη επιλογή, πρέπει να συνεχίσετε.
Το πείραμα σταματούσε όταν ο καθηγητής επέμενε ότι θέλει να σταματήσει μετά και από τις 4 παραινέσεις του ερευνητή ή όταν έφτανε στον τεράστιο αριθμό των 450 Βολτ λόγω λανθασμένων απαντήσεων!
Επίσης, σε περίπτωση που ο καθηγητής ρωτούσε τον ερευνητή αν υπάρχει περίπτωση να υποστεί μόνιμη σωματική βλάβη, ο ερευνητής απαντούσε ότι μπορεί το σοκ να είναι επίπονο αλλά δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Όταν ο καθηγητής έλεγε ότι ο μαθητής θέλει ξεκάθαρα να σταματήσει, ο ερευνητής απαντούσε ότι είτε του αρέσει είτε όχι, πρέπει να συνεχίσει μέχρι να μάθει σωστά τα ζευγάρια των λέξεων. Τέλος όταν ο καθηγητής ρωτούσε για το ποιος είναι υπεύθυνος για οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση, ο ερευνητής απαντούσε ότι αναλαμβάνει κάθε ευθύνη.
Το θέμα είναι μέχρι ποιο ποσό ηλεκτρισμού έφτασαν οι καθηγητές;
Τα αποτελέσματα
Πριν την διεξαγωγή του πειράματος, ο Μίλγκραμ είχε κάνει δημοσκόπηση μεταξύ των συναδέλφων του για το ποια πίστευαν ότι θα ήταν τα αποτελέσματα του. Όλοι πίστευαν ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό, της τάξης του 3% θα έφταναν στο τέρμα, χτυπώντας με 450 Βολτ τον μαθητή. Όλοι πίστευαν ότι ο καθηγητής θα σταματούσε το πείραμα ακούγοντας τις φωνές από το πρώτο δυνατό σοκ.
Όμως, τα αποτελέσματα σοκάρουν. Το 65% των συμμετεχόντων έφτασε μέχρι το τέλος το πείραμα δίνοντας στο μαθητή ακόμη και το ισχυρότερο, ευτυχώς εικονικό, ηλεκτροσόκ των 450 Βολτ, παρότι οι περισσότεροι ένιωθαν εξαιρετικά άβολα στο να το πραγματοποιήσουν. Σε κάποιο σημείο, κάθε συμμετέχων έκανε παύση και αμφισβήτησε το πείραμα, αλλά πείσθηκε από τον ερευνητή να συνεχίσει. Τα υποκείμενα του πειράματος εμφάνιζαν υπερένταση, αυξημένο στρες, εφίδρωση, τρέμουλο, τραύλισμα, νευρικό γέλιο, ακόμη και σπασμούς. Παρόλα αυτά η πλειοψηφία συνέχισε μέχρι τέλους. Μπροστά στην επιστημονική αυθεντία και στις γνώσεις ενός “ανωτέρου”, ξέχασαν κάθε ηθικό φραγμό και δεν δίστασαν να πληγώσουν ξεκάθαρα ακόμα και σωματικά έναν συνάνθρωπό τους.
Το πείραμα επαναλήφθηκε αρκετές φορές με παρόμοια αποτελέσματα. Επίσης, συνεχίζει να εκτελείται και στις μέρες μας, με διαφορετικά ποσοστά σε διαφορετικές κοινωνίες.
Το 1974, ο Μίλγκραμ στο βιβλίο του έγραψε:
“Οι νομικές και φιλοσοφικές πτυχές της υπακοής έχουν τεράστια σημασία, αλλά λένε πολύ λίγα για το πώς οι περισσότεροι άνθρωποι συμπεριφέρονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Έστησα ένα απλό πείραμα στο Πανεπιστήμιο του Yale για να ελέγξουμε πόσο πόνο θα προκαλέσει ένας απλός πολίτης σε ένα άλλο άτομο, απλά επειδή διατάχθηκε από ένα πειραματικό επιστήμονα. Η εξουσία μάχεται κατά των ισχυρότατων ηθικών επιταγών του υποκειμένου του πειράματος που λένε ότι δεν πρέπει να πληγώσω κάποιον άλλο. Παρά τις κραυγές των θυμάτων, η εξουσία κυριάρχησε τις περισσότερες φορές. Το εύρυμα του πειράματος είναι η ακραία προθυμία των ενηλίκων να ακολουθήσουν τυφλά τις εντολές των αρχών και αυτό το γεγονός απαιτεί περαιτέρω εξήγηση.
Απλοί άνθρωποι, που απλώς κάνουν τη δουλειά τους, χωρίς να αισθάνονται καμία ιδιαίτερη εχθρότητα, μπορεί να γίνουν μέσα μιας φοβερής και καταστροφικής διαδικασίας. Επιπλέον, ακόμη και όταν τα καταστρεπτικά αποτελέσματα τις δουλειάς τους γίνουν φανερά και διαταχθούν να εκτελέσουν ενέργειες ασυμβίβαστες με θεμελιώδεις κανόνες ηθικής, λίγοι άνθρωποι έχουν την απαιτούμενη δύναμη να αντισταθούν στις αρχές και στην εξουσία.”