Γράφει: Γλακουσάκη Μαρία
Είμαι ο Κανένας! Κάποτε συνήθιζα να είμαι κάποια, μα έχω ξεχάσει ποια είμαι! Συνήθιζα να έχω δουλειά, μα τώρα πια δεν έχω. Συνήθιζα να έχω όρεξη να κάνω αυτά που αγαπώ, μα τώρα πια δεν έχω! Συνήθιζα να παρακολουθώ την σχολή μου, μα τώρα πια δεν μπορώ!
Είμαι 24 χρονών και όλοι με λένε ανεύθυνη, ότι δεν έχω ενδιαφέροντα στην ζωή μου, δεν έχω όρεξη για την ζωή, ότι ζω στον κόσμο μου και ‘γω και οι φίλοι μου. Με κατηγορούν ότι απελπίζομαι εύκολα! «Δεν προσπαθείς για ένα καλύτερο αύριο», φωνάζουν οι γεροντότεροι! Να προσπαθήσω πώς και γιατί;
«Εφημερίδα πήρες σήμερα;» Θα με ρωτήσει η μαμά, ενώ θα έχω ακόμα την τσίμπλα στο μάτι. «Δουλειά να ψάξουμε, να βρεις δουλειά». Όλη σου η ζωή μια αγγελία, μια αναζήτηση, μια επιβεβαίωση να δεις ότι αξίζεις, να περιμένεις να ακούσεις «περάστε αύριο να τα πούμε από κοντά» και να προσγειωθείς απότομα όταν σου αποκαλύψουν την αμοιβή σου!
420ευρώ η νόμιμη αμοιβή μου, επειδή είμαι κάτω των 24! Φυσικά για να έχω προοπτικές να με πάρουν στην δουλειά, θα πρέπει να έχω προϋπηρεσία (να την αποκτήσω πότε στα 24;) και εφόσον με πάρουν, θα πληρώνομαι σαν να μην την έχω ! 420 ευρώ για να ξεκινήσω την ζωή μου, να βάλω λεφτά στην άκρη, να κάνω αυτά που θέλω και πάνω απ’ όλα να έχω την ακατανίκητη όρεξη για ζωή!
Είμαι 24 χρονών και φοβάμαι ότι δεν έχω τίποτα για να παλέψω γι’ αυτό. «Εμείς πως τα καταφέραμε στην ηλικία σας», θα ξεστομίσουν αμέσως οι γεροντότεροι, χωρίς φόβο και έλεος για τα εξιλαστήρια θύματά τους! Τότε, θα κάνανε μια δουλειά θα την κουτσοπαλεύανε. Εγώ, τώρα, ούτε αυτό δεν μπορώ να κάνω.
Και έρχεται η ώρα, που το κορμί σου αρχίζει να ιδρώνει, να ντρέπεσαι για όλο σου το είναι, να ταπεινώνεσαι και να πρέπει να βρεις το θάρρος να κοιτάξεις την μάνα σου στα μάτια και να της πεις «Παίζει κανά ψιλό;».