Ο Παύλος Φύσσας γεννήθηκε στις 10 Απριλίου του 1979. Δολοφονήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 2013, στο Κερατσίνι, από τον Γιώργο Ρουπακιά, μέλος της Χρυσής Αυγής.
Το ζήτημα είναι πάντα το εξής. Να μαθαίνεις έναν άνθρωπο, από όσα έγραψε. Οι στίχοι αυτοί είναι ο Παύλος:
Ζόρια
Στίχοι: Παύλος Φύσσας (Killah P)
Μουσική: Παύλος Φύσσας (Killah P)
Μια τέτοια μέρα είναι ωραία για να πεθαίνεις
όμορφα κι όρθιος σε δημόσια θέα
με λένε Παύλο Φύσσα από τον Περαία
Έλληνας κι ότι συνάδει αυτό όχι μια σημαία
μελανοχίτωνος γόνος τού Αχιλλέα και του Καραϊσκάκη
κι αν όντως ξέρω κάτι είναι πως γεννήθηκα ήδη
με δυο καταδίκες βαριές φορτωμένος πάνω στην πλάτη
δυο φτερά από γέννα πάνω στο σώμα μου ραμμένα
που δυστυχώς φτερουγίζουν μόνο μέσα από τη πένα
και κάνουν όλα γύρω μου να μοιάζουν μάταια
ειδικά όσα θυσιάστηκαν για μένα
μα δεν θυσιάζω τίποτα που θυσιάζεται
δεν θυσιάζομαι για όποιον θυσιάζει
μάλλον θα φταίει που τα πάντα ασπάζομαι
ίσως να φταίει η επόμενη μέρα που πλησιάζει
γι’αυτό σου λέω όλα καλά ηρέμησε
τα ζόρια σου τα ζόρια μου κοίτα ψηλά τ’αστέρια
απόψε μοιάζουν να’ναι τόσο φωτεινά
το θέμα είναι να παίζεις τη μπάλα σωστά στα χέρια
Τραβάει ο καθένας μάγκα μου τα ζόρια του
και κουβαλάει το δικό του σταυρό
τι με ρωτάς πως περνώ τι να σου πω
δόξα τα λεφτά έχουμε θεό
Τραβάει ο καθένας μάγκα μου τα ζόρια του
και κουβαλάει το δικό του σταυρό
τι με ρωτάς πως περνώ τι να σου πω
δόξα τα λεφτά έχουμε αδερφό
Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ
Στίχοι: Παύλος Φύσσας (Killah P), Γιάννης Αγγελάκας
Μουσική: Παύλος Φύσσας (Killah P), Γιάννης Αγγελάκας
Βασισμένο πάνω στο “Σιγά μην κλάψω”, του Γιάννη Αγγελάκα
Έγινε ο κόσμος μια μεγάλη φυλακή
κι εγώ ψάχνω έναν τρόπο τα δεσμά να σπάσω
έχω ένα μέρος που με περιμένει εκεί
σε μια πολύ ψηλή κορφή πρέπει να φτάσω
γι’αυτό απλώνω ξανά πολύ ψηλά τα δυο μου χέρια
για να κλέψω λίγο φως από τα λαμπερά αστέρια
δεν αντέχω εδώ κάτω και κοντεύει να με πνίξει
των ανθρώπων η μιζέρια τόσο όσο κι η θλίψη
δεν αντέχω άλλο κι όλοι αυτοί δε μου ταιριάξαν
πήρα τ’άλλο μονοπάτι κι όχι αυτό που μου χαράξαν
ήταν δύσβατο σκληρό και με παγίδες πολλές
αγάπες σκάρτες και φίλοι φαρμακερές οχιές
είχε τέρατα με παράξενες στολές
που παραμονεύαν πάντοτε κρυφά μέσ’στις σκιές
μην κοντοσταθείς αν πρόκειται ν’ακολουθήσεις
τα δόντια σφίξε γερά και μη δακρύσεις
εγώ το πήγα και το έφτασα στο τέρμα
κι όπως γράφουν στα βιβλία οι παλιοί σοφοί
όταν θα φτάσει ο ήλιος στο τελευταίο γέρμα
θα βάλουνε φωτιά από ψηλά οι αετοί
Για όσους με πρόδωσαν με πίσω μαχαιριές
θέλω να ξέρουν ότι, σιγά μην κλάψω
και για αυτές τις αγάπες τις παλιές
θέλω να ξέρουν ότι, σιγά μην κλάψω
κι όσοι μ’απείλησαν με πύρινα δεσμά
θέλω να ξέρουν ότι, σιγά μη φοβηθώ
να’ρθούνε να με βρουν στην κορυφή ψηλά
τους περιμένω και, σιγά μη φοβηθώ
Μου είπαν να μην κάνω όνειρα τρελά
να μην τολμήσω να κοιτάξω τα αστέρια
μα εγώ ποτέ μου δεν τους πήρα σοβαρά
πήρα τον κόσμο ολόκληρο στα δυο μου χέρια
θέλουνε τώρα να μου φτιάξουν μια φωλιά
που εκεί πάνω της το φόβο την ασχήμια
κι ένα κλάμα γοερό και μια αλυσίδα βαριά
κουβαλάει την κατάρα των θεών και τη βλασφήμια
δε θα δακρύσω μα ούτε και δε θα φοβηθώ
δε θα αφήσω να μου κλέψουν τα όνειρα μου
ελεύθερα ψηλά πολύ ψηλά πετώ
κι όλοι ζηλεύουν τα περήφανα κι αδέσμευτα φτερά μου
και περιμένω κι άλλα αδέρφια για να’ρθούν
σ’αυτήν την κορυφή που όλους περιμένει
αρκεί να μη δακρύσουν και να μη φοβηθούν
σ’αυτήν την έξυπνη απάτη την καλοστημένη