Ο δρόμος του Τζακ Κέρουακ

Γράφει: Βαρβαρήγος Άκης

Στο πλαίσιο του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών παρουσιάστηκε η κινηματογραφική μεταφορά του θρυλικού βιβλίου «On the road» του Τζακ Κέρουακ. Οι κριτικές της ταινίας, όπως είναι φυσικό, θα εστιάσουν στον τρόπο με τον οποίο συντελείται η μεταφορά του βιβλίου στο σελιλόιντ. Πόσο πιστή, δηλαδή, στη ροή του βιβλίου μένει η ταινία και σε ποιο βαθμό υπερβαίνει ή υπολείπεται του λογοτεχνικού κειμένου. Αλλά ας αφήσουμε στην άκρη την τελική ετυμηγορία για την ταινία στους ειδικούς και να κάνουμε μια σύντομη περιδιάβαση στο βιβλίο που σημάδεψε την πορεία της μεταπολεμικής αμερικανικής κουλτούρας.

Ο γαλλο-καναδικής καταγωγής Κέρουακ (1922-1969) ολοκλήρωσε σε μόλις τρεις εβδομάδες τον Απρίλιο του 1951 το μυθιστόρημα «On the road», που αποτέλεσε τη Βίβλο της μπιτ γενιάς. H επωνυμία «Beat», που προσδιόριζε τη συγκεκριμένη γενιά, εισήχθη από τον ίδιο τον Κέρουακ στα τέλη της δεκαετίας του 40. Δανεισμένη από τους αυθόρμητους ρυθμούς της τζαζ, υποδήλωνε ταυτόχρονα το εξοντωμένο άτομο αλλά και το ευλογημένο και μακάριο. Άλλα γνωστά μέλη της λογοτεχνικής ομάδας των μπήτνικς, ήταν ο ποιητής Άλεν Γκίνζμπεργκ και ο αβάν-γκάρντ συγγραφέας Γουίλιαμ Μπάροουζ. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η γενιά της μπητ δεν δημιούργησε κάποιο νέο λογοτεχνικό ρεύμα αφού «η ποίησή τους δεν προσφέρθηκε σαν τρόπος του να πεις, αλλά σαν τρόπος του να είσαι».

Στο «On the road», μέσα από ένα δαιμονισμένο και αιρετικό γράψιμο, παρουσιάζεται το ξέφρενο ταξίδι δυο φίλων στην καρδιά της Αμερικής, του αφηγητή Σαλ Παραντάις και του Ντην Μοριάρτι. Στον ανοιχτό δρόμο από τη Νέα Υόρκη προς το Φρίσκο και από το Τέξας στο Μεξικό, διαγράφονται τα όνειρα και οι επιθυμίες των ηρώων του βιβλίου. Αυτά διεγείρονται από τον έναστρο ουρανό και την ευλογημένη βροχή της αμερικανικής ενδοχώρας κι όχι από το ακόρεστο κυνήγι του κέρδους και της κοινωνικής καταξίωσης. Σκιαγραφώντας τον φίλο του, ο αφηγητής γράφει: «στον Ντην ήταν αρκετό να διασχίζει καλπάζοντας την κοινωνία, τρελός για ψωμί και έρωτα• λίγο τον ένοιαζε να πάρει εκείνον ή τον άλλο δρόμο, “όσο μπορώ να’ χω αυτή την όμορφη κοκοτίτσα μ’ αυτό το πραματάκι ανάμεσα στα πόδια της, αγόρι μου”, και “φτάνει να μπορούμε να τρώμε, μικρέ μου με πιάνεις;”. Ο δρόμος συμβολίζει τη συγκατοίκηση του παρελθόντος της κλασικής αμερικανικής λογοτεχνίας με την beat μυθιστοριογραφία.

Στο βιβλίο του Κέρουακ, τη θέση του ποταμιού στο «Huckleberry Finn» του Twain, παίρνει ο απέραντος αυτοκινητόδρομος, ενώ τη θέση της σχεδίας το αμάξι και το τρένο. Ανασύρεται, έτσι, η βασική ιδεολογική αφετηρία της αμερικανικής λογοτεχνίας, η οποία αποτυπώνεται στις τάσεις φυγής του ατόμου από τις συμβατικές κοινωνικές υποχρεώσεις και τους κάθε λογής καταναγκασμούς. Στον κόσμο του «On the road» οι ήρωες επιδίδονται σε μια ξέφρενη τσάρκα γεμάτη από ελευθερία, φιλία, έρωτα και συνενοχή, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Ο δρόμος νοηματοδοτεί τις επιθυμίες της παρέας. Στον ανοικτό και άγριο αυτοκινητόδρομο υπάρχουν τα πάντα• λέει ο Κέρουακ: «κάπου μέσα στο δρόμο θα μου πρόσφεραν την πέτρα της ζωής». Πέρα όμως από την απόλαυση της περιπέτειας και την ηδονική φαντασίωση του αγνώστου, προβάλλει η απαξίωση της αστικής μιζέριας και μοναξιάς. H φυγή από την αμετάβλητη και φιλήσυχη μεσοαστική ηθική, «σύμβολο ακρογωνιαίο της κοινωνικής εντιμότητας».

H έκδοση του «On the road» το 1957 ενέπνευσε μια νέα γενιά καλλιτεχνών που ασφυκτιούσε μέσα στο κλίμα φόβου και δυσπιστίας του Ψυχρού Πολέμου. Άσκησε στη συνέχεια μεγάλη επίδραση σε συγγραφείς που ακολούθησαν αργότερα, όπως ο Τομ Ρόμπινς, ο Νόρμαν Μέηλερ κ.ά., ενώ έντονη ήταν η επίδρασή του στη λαϊκή κουλτούρα γενικότερα και στη μουσική ειδικότερα, όπως στον Μπόμπ Ντίλαν, στον Τομ Γουέιτς, στην Πάτι Σμιθ κ.ά. H αναγνωρισιμότητά του στα τέλη του ʼ50, όμως, για τον Κέρουακ δε σημαίνει τίποτα. Πηγαίνει σε ανούσια πάρτι, γυρνάει μεθυσμένος από δω κι από κει με ομοφυλόφιλους ποιητές και πεθαίνει νέος το 1969, μπαίνοντας στο πάνθεον των «ωραίων νεκρών», μαζί με τον Έλβις, τον Τζέιμς Ντιν και τον Μόρισον.

Εν μέσω μιας δύσκολης παγκόσμιας οικονομικής κατάστασης, παρατηρούμε ότι το αριστούργημα του Κέρουακ δεν είναι ένα περιστασιακό βιβλίο, που αφορά μια ορισμένη εποχή, αλλά ένα βιβλίο διαχρονικό. Τα μεγαλοπρεπή μνημεία του καπιταλισμού καταρρέουν. Την κατάρρευση συνοδεύουν το άγχος, οι νευρώσεις, η μοναξιά και ο κυνισμός. Τι έχει να προσφέρει, λοιπόν, ο λόγος του Κέρουακ; Προσφέρει την ελευθερία του δρόμου. Χωρίς στόχο, χωρίς προορισμό, αφού η πραγματική ελευθερία δεν σημαίνει απλώς να φεύγεις, αλλά να μην επιθυμείς να ξέρεις που πηγαίνεις. Το ταξίδι γίνεται φυγή, που κουβαλάει ένα νεανικό και ξέφρενο ενθουσιασμό, διψασμένο για ζωή.

«Πάμε στο Λος Άντζελες!» ξεφώνισαν.
«Τι πάτε να κάνετε κει πέρα;»
«Ξέρω κι εγώ, διάβολε. Ποιος νοιάζεται;».